Πυλαρινού Νικολέττα
Πυλαρινού Νικολέττα
Αρχαιολόγος
Εφορεία Αρχαιοτήτων Σερρών
Η έρευνα αναδεικνύει την επιτακτική ανάγκη η πόλη των Σερρών να αναπτύξει μια διακριτή σύγχρονη ταυτότητα, βασισμένη στην πλούσια πολιτιστική της κληρονομιά. Παρόλο που η πόλη των Σερρών δεν θεωρείται δημοφιλής τουριστικός προορισμός, διαθέτει μοναδικά χαρακτηριστικά -ιστορικά, πολιτιστικά και γαστρονομικά- τα οποία, εφόσον αξιοποιηθούν στρατηγικά μέσω της εφαρμογής τουcitybranding, μπορούν να ενισχύσουν την εικόνα της πόλης και να αυξήσουν την ελκυστικότητά της.Πιο συγκεκριμένα, η έρευνα διεξάχθηκε με μια μικρή ομάδας εστίασης και πέντε ατομικές συνεντεύξεις. Η ανάλυση των δεδομένων έγινε ποιοτικά, με θεματική ανάλυση, ώστε να αναγνωρισθούν και να καταγραφούν επαναλαμβανόμενα μοτίβα στις απόψεις των συμμετεχόντων. Τα αποτελέσματα δείχνουνπως, παρότι οι κάτοικοι αναγνωρίζουν την υψηλή ποιότητα ζωής και τη πολυπολιτισμική κληρονομιά της πόλης, τα στοιχεία αυτά δεν ενσωματώνονται πλήρως σε μια ενιαία αστική ταυτότητα. Τα πολιτιστικά αποθέματα παραμένουν αναξιοποίητα, ενώ η απουσία σαφούς ταυτότητας -που επιβαρύνεται από τη χαμηλή τουριστική απήχηση και την παθητική συμμετοχή του τοπικού πληθυσμού- εμποδίζει την αναπτυξιακή πορεία της πόλης.Η έρευνα τονίζει τη σημασία αξιοποίησης της πολιτιστικής κληρονομιάς -συμπεριλαμβανομένων των βυζαντινών και οθωμανικών μνημείων- ως βάση για την ανάπτυξη τουριστικών προϊόντων που θα προσφέρουν αυθεντικές πολιτιστικές εμπειρίες στους επισκέπτες. Η πόλη των Σερρών διαθέτει τη δυναμική να εξελιχθεί σε έναν πολιτιστικά ζωντανό και ελκυστικό προορισμό, εφόσον υιοθετηθεί μια νέα στρατηγική προσέγγιση.
Η ταυτότητα ενός τόπου είναι το σύνολο των χαρακτηριστικών της εικόνας του, που τη διαφοροποιούν από άλλες περιοχές. Στην περίπτωση μιας πόλης, η ταυτότητά της επηρεάζεται από την ιδιοπροσωπίατης –τον ιδιαίτερο χαρακτήρα και το πολιτισμικό υπόβαθρ– αλλά και από διάφορα επιμέρους στοιχεία, όπως το φυσικό περιβάλλον, τα οποία την καθιστούν μοναδική.[1] Ταυτότητα, φυσικά, διαθέτουν όλες οι περιοχές, τόσο οι περισσότερο, όσο και οι λιγότερο δημοφιλείς τουριστικοί προορισμοί.
Σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της ταυτότητας μιας πόλης διαδραματίζει ο πολιτισμός της, που ενισχύει την ελκυστικότητα, την αναγνωρισιμότητα και την ανταγωνιστικότητά της. Στο πλαίσιο αυτό, η σχέση μεταξύ του πολιτισμού και της ταυτότητας μιας πόλης χρησιμοποιείται συνήθως ως πλαίσιο αναφοράς για τη διαμόρφωση των αξιών και των μοναδικών πλεονεκτημάτων που διαθέτει μια πόλη, στοιχεία απαραίτητα για τη δημιουργίαμιας δυναμικής αστικής εικόνας.[2] Για αυτόν τον σκοπό, στη βιβλιογραφία χρησιμοποιείται ο όρος citybranding (branding πόλης), που αφορά στη διαχείριση και προβολή της εικόνας μιας πόλης και την ανάδειξή της, ως ελκυστικού προορισμού, για κατοίκους, επισκέπτες και επενδυτές, με έμφαση στην ασφάλεια, την υγιεινή και την ευκολία πρόσβασης[3].
Η σχετική έρευνα προτείνει δυο σχετικούς ορισμούς.[4]Σύμφωνα με τον πρώτο ορισμό, το citybranding αποτελεί κοινωνικό φαινόμενο, βασισμένο στις αντιλήψεις των κατοίκων για τις ξένες επενδύσεις στην πόλη τους, τις πολιτιστικές δράσεις και την εμπορική προώθηση των προϊόντων της.[5]. Ο δεύτερος ορισμός προσεγγίζει το citybranding ως στρατηγικό εργαλείο αστικής ανανέωσης, δίνοντας έμφαση στην ανακατασκευή της αστικής ταυτότητας και στην προώθηση βιώσιμων στρατηγικών ανάπτυξης.[6].
Σε κάθε περίπτωση, η ταυτότητα ενός τόπου, αναγνωρίζεται ως κρίσιμος παράγοντας προσέλκυσης κατοίκων, επισκεπτών, επενδυτών και κεφαλαίων μέσα στο πλαίσιο του αστικού μάρκετινγκ. Ως διαδικασία, δε, η διαμόρφωση της ταυτότητας ενός τόπου περιλαμβάνει τον συνδυασμό ιστορικών, πολιτισμικών, κοινωνικών και οικονομικών παραμέτρων. Επομένως, η διαμόρφωση μιας αναγνωρίσιμης και επιτυχημένης αστικής ταυτότητας απαιτεί τη συμβολή τόσο των τοπικών αρχών όσο και της ίδιας της τοπικής κοινωνίας.[7] Η επιτυχία αυτού του εγχειρήματος προϋποθέτει τόσο σωστές στρατηγικές, όσο και ουσιώδεις ενέργειες και εύστοχες πράξεις και δραστηριότητες.[8]
Ωστόσο, οι σύγχρονες κοινωνικοοικονομικές εξελίξεις έχουν επηρεάσει σημαντικά την ταυτότητα των πόλεων, ιδίως με την έλευση και εγκατάσταση νέων πληθυσμών μεταναστών και προσφύγων που δημιουργούν αστική πολυπολιτιστικότητα.[9]Σε αυτό το νέο περιβάλλον, οι διαφορετικές πολιτιστικές ταυτότητες συνυπάρχουν και αλληλεπιδρούν, επηρεάζοντας καθοριστικά τη συλλογική ταυτότητα της πόλης.[10] Ενδεικτική περίπτωση μελέτης αποτελεί η πόλη των Σερρών.
Η πόλη των Σερρών κατοικείται αδιάκοπα από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, διαθέτοντας και το αντίστοιχο πολιτιστικό απόθεμα. Βρίσκεται σε στρατηγική γεωγραφική θέση ως βαλκανική πύλη εισόδου στη χώρα, περιβάλλεται από οροσειρές και συνδέεται με κάθετους άξονες με την Εγνατία Οδό.[11]
Ωστόσο, σε πόλεις με ισχυρό πολιτιστικό αποτύπωμα όπως οι Σέρρες, η αστική ταυτότητα δεν είναι μονοσήμαντη, δημιουργώντας πολλαπλές προκλήσεις. Οι πολλαπλές πολιτισμικές επιρροές, που περιλαμβάνουν στοιχεία από την αρχαία Ελλάδα, το Βυζάντιο και την Οθωμανική περίοδο έως και τη νεότερη ελληνική ιστορία, έχουν συνθέσει τη σύγχρονη σερραϊκή αστική ταυτότητα. Υπό αυτό το πρίσμα, η υιοθέτηση μιας διακριτής και αναγνωρίσιμης τοπικής σύγχρονης ταυτότητας αποτελεί διαδικασία δύσκολη, παρά το γεγονός ότι απαιτείται ισορροπία ανάμεσα στη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς και στην προσαρμογή στις ανάγκες της σύγχρονης κοινωνικής και οικονομικής πραγματικότητας.
Το ιστορικό βάρος της πόλης, που αντικατοπτρίζεται στα μοναδικά πολιτιστικά μνημεία της –από το Μπεζεστένι έως το Ζινζιρλί Τζαμί – συχνά καταλήγει να αξιοποιείται επιλεκτικά, ανάλογα με τις τάσεις της εκάστοτε εποχής. Μάλιστα στις μέρες μας, συχνά παρατηρείται επιλεκτική προβολή μόνο όσων στοιχείων συνάδουν με μια «εξευρωπαϊσμένη» εκδοχή ταυτότητας, ενώ το παρελθόν της πόλης που συνδέεται με την Οθωμανική περίοδο, σε ορισμένες περιπτώσεις, τίθεται στο περιθώριο.[12]Η «τάση» αυτή της πόλης φαίνεται να αποκαλύπτει βαθύτερες ανασφάλειες για το πώς αντιλαμβάνεται μια κοινότητα τον εαυτό της και τη θέση της στον σύγχρονο κόσμο.Παράλληλα, ο σκεπτικισμός, σχετικά με το αν αυτά τα μνημεία μπορούν να αποφέρουν οικονομικά οφέλη αποτελεί σημαντικό εμπόδιο προς την αξιοποίησή τους[13].
Συνεπώς, τα πολιτιστικά μνημεία των Σερρώνδεν αξιοποιούνται ιδιαίτερα.Το γεγονός αυτό αποβαίνει σε βάρος της τοπικής πολιτιστικής ταυτότητας, μειώνοντας την ελκυστικότητα της πόλης. Άλλωστε, τα περισσότερα μνημεία χρήζουν άμεσων εργασιώνστερέωσης, συντήρησης και αποκατάστασης, με σκοπό τη μελλοντική προστασία τους από φθορές του χρόνου. Επιπλέον, το city branding φαίνεται πως δεν εφαρμόζεται ιδιαίτερα, ενώ οι υφιστάμενες στρατηγικές μάρκετινγκ περιορίζονται σε τοπικό επίπεδο[14].
Βάσει των προαναφερόμενων, σκοπός της έρευνας είναι η ανάδειξη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της πόλης των Σερρών που θα μπορούσαν να διαμορφώσουν τη σύγχρονη πολιτιστική ταυτότητά της[15]. Σε αυτό το πλαίσιο εγείρεται το ερώτημα: ποιές ευκαιρίες προσφέρει η εφαρμογή του citybranding στην περίπτωση της διαμόρφωσης της ταυτότητας της πόλης των Σερρών;
Η παρούσα έρευνα[16] στηρίχθηκε στην ποιοτική μέθοδο, καθώς κοινωνικά φαινόμενα και κοινωνικοί θεσμοί περιλαμβάνουν υποκειμενικές εμπειρίες[17]. Η μεθοδολογία της έρευνας προέκρινε τη διερεύνηση των απόψεων και των εμπειριών των συμμετεχόντων. Η ποικιλότητα των απαντήσεων, των εμπειριών και της γλώσσας αποτελεί στοιχείο της κουλτούρας των ατόμων και των χαρακτηριστικών της κοινωνίας τους[18].
Ειδικότερα, η έρευνα διεξάχθηκε με μια ημιδομημένη ομαδική συνέντευξη πέντε συμμετεχόντων, σε μικρο-ομάδα εστίασης, με δεδομένο ότι οι συμμετέχοντες αποτελούσαν άτομα με κοινές εμπειρίες, καθιστώντας εφικτή την αλληλεπίδρασή τους, καθώς και με πέντε ατομικές συνεντεύξεις[19]. Βασικό σκεπτικό δημιουργίας των ομάδων, είναι η συμπερίληψη αρκετών συμμετεχόντων, ώστε να υπάρχει ποικιλία απαντήσεων, δεδομένων και περιεχομένων, χωρίς όμως παράλληλα τα άτομα να είναι τόσα, ώστε να αποτρέπεται το κλίμα άνεσης και οικειότητας. Οι μικρό-ομάδες εστίασης αποτελούνται το μέγιστο, από έξι άτομα, διευκολύνοντας τη συμμετοχή όλων στις συζητήσεις και την ευκολότερη συλλογή δεδομένων[20].
Οι συμμετέχοντες επιλέχθηκαν με γενική δειγματοληψία, που έγινε μια φορά, με κριτήρια ένταξης τη συμμετοχή σε δημόσιους φορείς και πολιτιστικούς οργανισμούς και την προθυμία να λάβουν μέρος στην έρευνα. Ειδικότερα, οι συμμετέχοντες ήταν 10 άτομα, 8 άνδρες και 2 γυναίκες, εργαζόμενοι σε δημόσιους φορείς και στην τοπική εκκλησία. Σκοπός της επιλογής του συγκεκριμένου δείγματος ήταν η ανάδειξη της διυπηρεσιακής συνεργασίας στην αξιοποίηση, ανάδειξη και προβολή των βυζαντινών και οθωμανικών μνημείων της πόλης.
Η ανάλυση των δεδομένων έγινε ποιοτικά, με θεματική ανάλυση, ώστε να αναγνωρισθούν και να καταγραφούν επαναλαμβανόμενα μοτίβα δεδομένων, με καταγραφή των συνομιλιών, μεταγραφή τους με σύστημα σημειογραφίας κωδικοποίηση δεδομένων[21]. Στην καταγραφή αποδόθηκαν τα λεγόμενα των ομάδων με ακρίβεια, δίχως ηθελημένες ή αθέλητες διορθώσεις λαθών, παραδρομών, διακοπών κι επαναλήψεων. Αποτέλεσμα ήταν η απόδοση ενός αποσπάσματος σε περισσότερους κωδικούς (ίδιος κωδικός με περισσότερα αποσπάσματα)[22]. Τέλος, οι κωδικοί οδήγησαν σε θέματα, με συγχώνευση και σύγκρισή τους, αποδίδοντας πιθανές απαντήσεις στο εκάστοτε ερευνητικό ερώτημα[23]. Αναφορικά με τη συλλογή των δεδομένων της παρούσας έρευνας, αυτή πραγματοποιήθηκε τον Απρίλιο του έτους 2022.
Η παρούσα μελέτη εστίασε στην αναγνώριση των χαρακτηριστικών εκείνων που συγκροτούν ή θα μπορούσαν να συμβάλουν στη σύγχρονη ταυτότητα της πόλης των Σερρών. Στις απαντήσεις αναδείχθηκε ότι βασικό χαρακτηριστικό της πόλης αποτελεί η ποιότητα ζωής που τη διακρίνει. Ως δε βασικό πλεονέκτημα οι συμμετέχοντεςθεωρούν το μέγεθος και την έκταση της πόλης, που ωστόσο ομογενοποιήθηκε προσομοιάζοντας με τις λοιπές πόλεις της επαρχίας, χωρίς να διατηρήσει προσωπική και ιδιαίτερη ταυτότητα. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρθηκε:
Απόσπασμα 1
«Η πόλη είναι μία κλασική ελληνική πόλη, αστική, η οποία περιέχει εμπεριέχει μέσα τα στοιχεία αυτή της ποιότητας ζωής, τα οποία τα βρίσκεις στις μικρές επαρχιακές πόλεις της Ελλάδος [ ] η οποία πηγάζει, από τις συνθήκες εργασίας» (Σ3α)
Ένα ακόμη χαρακτηριστικό της πόλης που την καθιστά ιδιαίτερη σύμφωνα με τις απαντήσεις είναι το πολυπολιτιστικό υπόβαθρο του ιστορικού της παρελθόντος. Ωστόσο η πολυπολιτιστική εικόνα της θεωρείται απότοκη της εθνοτικής ετερογένειας που τη διέκρινε, με αποτέλεσμα για τις Σέρρες το πολυπολιτιστικό της στοιχείο να ανήκει στο παρελθόν της.
Απόσπασμα 2
«πράγματι ήταν μία πολυπολιτιστική και εξαιρετικά πλούσια πόλη και περιοχή από τους προϊστορικούς μέχρι τους νεότερους χρόνους» (Σ5α)
Οι συμμετέχοντες ανέδειξαν επίσης τον κατακερματισμό της σύγχρονης αστικής ταυτότητας, η οποία δε διαθέτει ξεκάθαρα χαρακτηριστικά, με την ετερογένεια να είναι εμφανής σε γαστρονομία, νυχτερινή ζωή, αξιοθέατα αθλητικού ενδιαφέροντος και πολιτιστικά μνημεία (βυζαντινά και οθωμανικά). Τα στοιχεία αυτά της πόλης είναι υπαρκτά, ωστόσο δεν εμπλέκονται δυναμικά στις δράσεις της, με αποτέλεσμα να μην δημιουργούν μια αστικήταυτότητα διακριτή και μοναδική. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρθηκε:
Απόσπασμα 3
«Είμαστε η πόλη της μπουγάτσας. Η γέννα της μπουγάτσας. Εδώ ξεκίνησε. Είμαστε η πόλη του ακανέ, είμαστε η πόλη της αυτοκίνησης με το αυτοκινητοδρόμιο» (Σ3)
Απόσπασμα 4
«Ναι η πόλη διαθέτει πάρα πολλά αξιοθέατα και τόπους προορισμού μέσα στα οποία εγγράφονται και τα μνημεία τα αρχαιολογικά μνημεία [… ] στην πόλη των Σερρών έχουμε και βυζαντινά και οθωμανικά μνημεία» (Σ5α)
Αξιοσημείωτο είναι πως όμορες τοποθεσίες, περισσότερο οργανωμένες, διαθέτουν περισσότερα πλεονεκτήματα, δυσχεραίνοντας την ανάδειξη και την οικονομική ανάπτυξη των Σερρών. Πιο συγκεκριμένα:
Απόσπασμα 5
«Ναι απλά η πόλη μας δεν έχει το δυνατό κράχτη που θα σου πει θα έρθεις… [… ] Σέρρες χωρίς να αναφέρεις την Κερκίνη, χωρίς το σπήλαιο της Αλιστράτης, χωρίς να αναφέρεις την Αμφίπολη. Αυτά είναι τα δέλεαρ, τα δολώματα έτσι ώστε να τον φέρεις τον άνθρωπο να μείνει εδώ» (Σ3α)
Ένας σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει αρνητικά την εικόνα της πόλης, σύμφωνα με τις απαντήσεις των συμμετεχόντων, είναιη στάση των ίδιων των κατοίκων. Μάλιστα η απουσία συλλογικής αυτογνωσίας και η έλλειψη ενιαίας αντίληψης για την τοπική ταυτότητα δυσχεραίνουν την εξωστρέφεια, όταν επικοινωνούν το χαρακτήρα της πόλης και επηρεάζουν τις ομάδες-στόχους.
Απόσπασμα 6
«Οι κάτοικοι εδώ της πόλης των Σερρών αν τους ρωτήσεις τι είδους ταυτότητα έχουν δεν ξέρουν» (Σ3)
Όσον αφορά την προοπτική εφαρμογής του citybranding, υπήρξε υποκειμενικότητα και ποικιλότητα στις απαντήσεις των συμμετεχόντων. Οι συμμετέχοντες συσχέτισαν τη γαστρονομία και τον πολιτισμό με την ταυτότητα της πόλης, αναγνωρίζοντας δυνητικά πλεονεκτήματα:
Απόσπασμα 7
«πολιτισμός [ ] στην ουσία συνεισφέρει σε αυτή την ποιοτική γαστρονομία που έχουμε με τον πολιτισμό και τα πιάτα τους και τις κουζίνες τους και όλο αυτό» (Σ4α)
Ωστόσο, η γενική εικόνα είναι ότι το city branding δυστυχώς στην καθημερινή πρακτική της πόλης περιορίζεται σε σλόγκαν και λογότυπακαι επηρεάζεται από προσωπικές ανησυχίες έλλειψη προσπάθειας και οραματισμού. Πιο συγκεκριμένα, όπως δήλωσαν οι συμμετέχοντες:
Απόσπασμα 8
«μπορεί να δημιουργηθεί ένα πάρα πολύ ωραίο δυνατό τουριστικό προϊόν το Serresgastronomy το οποίο μπορεί ως πακέτο όταν προωθηθεί να βοηθήσει» (Σ3α)
Αντίστοιχα, σε επίπεδο πολιτιστικών μνημείων, η πόλη προβάλει μόνο τη βυζαντινή-θρησκευτική κληρονομιά. Μάλιστα, η ταυτότητα που προβάλλεται μοιάζει να συμμορφώνεται με μια επιθυμητή «ευρωπαϊκή» εικόνα, με αποτέλεσμα να υπερπροβάλλονται τα βυζαντινά μνημεία και τα οθωμανικά να παραμένουν στο περιθώριο. Πιο συγκεκριμένα, διατυπώνονται οι παρακάτω απόψεις:
Απόσπασμα 9
«Τα οποία [οθωμανικά μνημεία] λόγω ίσως της ιδιαίτερης συνθήκης με την Τουρκία δεν τα προωθούμε βγάζοντας κάποιες φοβίες» (Σ2)
Απόσπασμα 10
«Εκεί ίσως ας πούμε έρχεται και λίγο σε αντίθεση με την νοοτροπία και με την με τις χριστιανικές καταβολές μας. Γιατί εκεί, ας πούμε, τα κτίρια αυτά έχουν περισσότερο Οθωμανούς επισκέπτες. Και δεν ξέρουμε κατά πόσο και το κοινό, οι κάτοικοι θα το αποδεχτούν αυτό» (Σ1)
Ολοκληρώνοντας, αναφορικά με την εφαρμογή του citybrandingτονίστηκε η προβληματική συνεργασία ανάμεσα στους τοπικούς φορείς. Αν και οι δυνατότητες αναγνωρίζονται, οι συνέργειες παραμένουν αποσπασματικές και ασαφείς:
Απόσπασμα 11
«Συνεργασίες. Οι συνεργασίες είναι πάντα κάτι σχετικό. […] Πάντα υπάρχουν συνέργειες και συνεργασίες και εκδηλώσεις» (Σ3α)
Η παρούσα μελέτη ανέδειξε την αναγκαιότητα διαμόρφωσης μιας σύγχρονης, συνεκτικής και αναγνωρίσιμης ταυτότητας για την πόλη των Σερρών, βασισμένης στον πλούτο της πολιτιστικής της κληρονομιάς. Παρότι οι Σέρρες δεν αποτελούν σήμερα δημοφιλή προορισμό, διαθέτουν πλούσια πολιτιστική παράδοση και μοναδικά στοιχεία, τα οποία, αν αξιοποιηθούν αποτελεσματικά μέσα από στρατηγικές citybranding, θα μπορούσαν να βελτιώσουν την εικόνα της πόλης και να ενισχύσουν την τουριστική της ανταγωνιστικότητα και εξωστρέφεια.
Από τα βασικά προβλήματα που διαπιστώθηκαν μέσα από τις συνεντεύξεις είναι ότι η πόλη των Σερρών στερείται ξεκάθαρης ταυτότητας. Παρά την ύπαρξη θετικών χαρακτηριστικών -όπως η ποιότητα ζωής, η μικρή κλίμακα και το ιστορικό βάθος- η πολυπολιτισμική κληρονομιά της πόλης δεν ενσωματώνεται ουσιαστικά στον σύγχρονο αστικό βίο, ενώ τα πλεονεκτήματά της, όπως οι μικρές αποστάσεις και η ηρεμία, δεν διαμορφώνουν μια μοναδική αστική ταυτότητα. Επιπλέον, τα βασικά τουριστικά πλεονεκτήματα της περιοχής εντοπίζονται εκτός αστικού ιστού, γεγονός που περιορίζει την άμεση σύνδεση του επισκέπτη με την ίδια την πόλη.
Επιπλέον, ο ανταγωνισμός από γειτονικές περιοχές και μεγαλύτερες πόλεις επιβαρύνει περαιτέρω την προβολή και ανάπτυξή της. Η απουσία ξεκάθαρης ταυτότητας, σε συνδυασμό με τη στάση των κατοίκων, οι οποίοι συχνά δεν αναγνωρίζουν ή δεν επικοινωνούν αποτελεσματικά την ταυτότητα της, πιθανόν αποτελεί αιτία για την περιορισμένη ελκυστικότητά της. Ως εκ τούτου, η αδυναμία δημιουργίας μιας ισχυρής συλλογικής εικόνας περιορίζει την αναγνωρισιμότητα της πόλης, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.
Παράλληλα, στην πράξη, στην πόλη των Σερρών δεν εφαρμόζεται καμία ουσιαστική στρατηγική citybranding, αλλά ακολουθούνται οι μιμήσεις επιτυχημένων στρατηγικών από άλλες πόλεις. Για να υπάρξει ουσιαστική αλλαγή, απαιτείται ένα συνεκτικό και διαρκές πλάνο που θα περιλαμβάνει την αξιοποίηση των τοπικών πλεονεκτημάτων, την ανάπτυξη πολιτιστικών υποδομών, την κινητοποίηση του ιδιωτικού τομέα και τη δημιουργία ευκαιριών για τους νέους.
Τα ευρήματα αυτά ευθυγραμμίζονται με τα αποτελέσματα της επιστημονικής ημερίδας «Καινοτομία &CityBranding», που διοργανώθηκε από τον Δήμο Σερρών το έτος 2013, τονίζοντας τη σημασία μιας συντονισμένης προσέγγισης από τους ενδιαφερόμενους φορείς, καθώς και την ανάγκη ανάπτυξης και εφαρμογής καινοτόμων πρακτικών για τη διαμόρφωση μιας αυθεντικής και συνεκτικής ταυτότητας για την πόλη[24].
Οι Σέρρες μπορούν να αποκτήσουν τουριστικό ενδιαφέρον, αν προωθήσουν σωστά τα τοπικά προϊόντα, τις δράσεις που πραγματοποιούνται στην πόλη και αν αξιοποιήσουν την πλούσια παράδοση των βυζαντινών και οθωμανικών πολιτιστικών στοιχείων. Η ανάδειξη των στοιχείων αυτών ως τουριστικών προϊόντων, που απαιτεί υποδομές και προσφορά υπηρεσιών, θα μπορούσε να προσελκύσει τουρίστες που ενδιαφέρονται για μια αυθεντική πολιτιστική εμπειρία. Παράλληλα, η χρήση της τεχνολογίας και των ψηφιακών μέσων μπορεί να λειτουργήσει καταλυτικά στη διάχυση της εικόνας της πόλης σε ευρύτερα κοινά και αγορές-στόχους, προσφέροντας στους επισκέπτες τη δυνατότητα να γνωρίσουν μια αυθεντική πολιτιστική εμπειρία.
Κεντρικό ρόλο στη διαδικασία αυτή οφείλει να διαδραματίσει η Εφορεία Αρχαιοτήτων Σερρών, συμβάλλοντας στην αποκατάσταση, προστασία και ενσωμάτωση των μνημείων στον ενεργό πολιτιστικό ιστό της πόλης. Η επαναλειτουργία των μνημείων ως πολιτιστικοί πυρήνες και τόποι εορτασμών μπορεί να ενισχύσει την πολιτιστική ζωή και την επισκεψιμότητα. Η συντονισμένη ανάδειξη τόσο των βυζαντινών όσο και των οθωμανικών μνημείων, αποδεσμευμένη από ιδεολογικές προκαταλήψεις, μπορεί να συμβάλει σε μια πιο σφαιρική και ανοιχτή προσέγγιση της ταυτότητας της πόλης.Η ανάδειξη των βυζαντινών και των οθωμανικών μνημείων των Σερρών θα ήταν σκόπιμο να ακολουθήσει ενιαίο προγραμματισμό, δεδομένου ότι εν λόγω μνημεία είναι στενά συνυφασμένα μόνο με τη θρησκευτική τους χρήση και δεν έχει ληφθεί μέριμνα για την προβολή του κομβικού ρόλου τους στον αστικό ιστό της πόλης.
Συνοψίζοντας, οι Σέρρες διαθέτουν όλα τα εφόδια για να εξελιχθούν σε έναν τουριστικά ελκυστικό και πολιτιστικά πλούσιο προορισμό. Η υιοθέτηση μιας στρατηγικής citybranding, με τη συμβολή της τοπικής κοινωνίας και την κατάλληλη χρήση της τεχνολογίας, μπορεί να αποτελέσει τον καταλύτη για την αναγέννηση της αστικής ταυτότητας της πόλης και την ανάπτυξη μιας δυναμικής παρουσίας στις τουριστικές αγορές.[25]
This study highlights the urgent need for the city of Serres to develop a strong and coherent contemporary identity based on its rich cultural heritage. Although Serres is not currently considered a popular tourist destination, it possesses unique features—historical, cultural, and gastronomic—that, if strategically leveraged through city branding practices, could enhance its public image and boost its competitiveness in the tourism sector. Drawing on qualitative data collected through individual and group interviews, the findings reveal that while residents acknowledge the city’s high quality of life and multicultural legacy, these elements are not fully integrated into a unified urban identity. Cultural assets remain underutilized, and the lack of a clear identity—exacerbated by limited tourism appeal and passive engagement from the local population—impedes the city’s growth. The study underlines the absence of a comprehensive city branding strategy in Serres, noting that current initiatives are fragmented, short-term, and often imitative of other cities’ practices. Effective branding requires a coordinated, long-term plan that engages local stakeholders, invests in cultural infrastructure, involves the private sector, and creates opportunities for youth. The research emphasizes the importance of mobilizing cultural heritage—including both Byzantine and Ottoman monuments—as a foundation for developing tourism products that offer visitors authentic cultural experiences. Technology is seen as a key factor in promoting the city’s identity to broader audiences. Overall, the findings suggest that the city of Serres has the potential to become a culturally vibrant and attractive destination, provided that a strategic and inclusive approach to city branding is adopted.
Anholt, Σ. “Competitive Identity: The New Brand Management for Nations, Cities and Regions.” Google Books, 2025. https://bit.ly/3fosVLv.
Caponio, Tiziana, Peter Scholten, and Ricard Zapata-Barrero. The Routledge Handbook to the Governance of Migration and Diversity in Cities. London: Routledge, 2018.
Χατζηπολυχρόνης, Α. “Εκπαίδευση ενηλίκων βάσει ικανοτήτων: Η σημασία των ηπίων δεξιοτήτων στελεχών δημοσίων οργανισμών πρόληψης και αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης.” Διπλωματική εργασία, 2021.
Crul, Maurice. “Super-Diversity vs. Assimilation: How Complex Diversity in Majority–Minority Cities Challenges the Assumptions of Assimilation.” Journal of Ethnic and Migration Studies 42, no. 1 (August 12, 2015): 54–68. https://doi.org/10.1080/1369183x.2015.1061425.
Dragolea, Larisa Loredana , and Denisa Cotîrlea. “One Step Closer to City Branding through Culture: Consumer Preferences for Cultural Tourism Services in Alba Iulia-Customization on National Museum of Unification.” Annales Universitatis Apulensis Series Oeconomica 14, no. 2 (2012): 2012. http://oeconomica.uab.ro/upload/lucrari/1420122/33.pdf.
Hanna, Sonya, and Jennifer Rowley. “Towards a Strategic Place Brand-Management Model.” Journal of Marketing Management 27, no. 5-6 (April 15, 2011): 458–76. https://doi.org/10.1080/02672571003683797.
Kavaratzis, M. “The Dishonest Relationship between City Marketing and Culture: Reflections on the Theory and the Case of Budapest.” Journal of Town & City Management 1, no. 4 (2011): 334–35.
Lucarelli, Andrea, and Per Olof Berg. “City Branding: A State‐Of‐The‐Art Review of the Research Domain.” Edited by Ares Kalandides. Journal of Place Management and Development 4, no. 1 (March 15, 2011): 9–27. https://doi.org/10.1108/17538331111117133.
Μπίλη, Ι. “Δήμος Σερρών – 100 Χρόνια – Καινοτομία &Citybranding.” Serres.gr, 2013. http://old.serres.gr/serres100/index.php/news.
Nagaynay, Christian, and Jeongwoo Lee. “Place Branding and Urban Regeneration as Dialectical Processes in Local Development Planning: A Case Study on the Western Visayas, Philippines.” Sustainability 12, no. 1 (January 2, 2020): 369. https://doi.org/10.3390/su12010369.
Σερράος, Κ., and Ε, Ασπρογέρακας .“Σχεδιασμός και ταυτότητα του τόπου: Αναζήτηση αποτελεσματικών εργαλείων αστικής ανάπτυξης στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης.” InMarketing και Branding Τόπου: Η Διεθνείς Εμπειρία και η Ελληνική Πραγματικότητα, editedby Α. Δέφνερand Ν Καραχάλης, 61. Πανεπιστημιακές ΕκδόσειςΘεσσαλίας, 2012.
Sevin, H. Efe. “Understanding Cities through City Brands: City Branding as a Social and Semantic Network.” Cities 38 (June 2014): 47–56. https://doi.org/10.1016/j.cities.2014.01.003.
Τσιώλης , Γ. “Ανάλυση ποιοτικών δεδομένων: διλήμματα, δυνατότητες, διαδικασίες.” InΕρευνητική Μεθοδολογία στις Κοινωνικές Επιστήμες και στην Εκπαίδευση. Συμβολή στην επιστημολογική θεωρία και την ερευνητική πράξη , editedby Χρ. Θεοφιλίδης , 473–98. Πεδίο, 2016.
Τσιουπλή, Ε. “Ο βαθμός ετοιμότητας των εκπαιδευτικών για αλλαγή: διερεύνηση των αντιλήψεων απέναντι στην αξιολόγηση με τη μέθοδο των μικρο-ομάδων εστίασης.” Διδακτορική Διατριβή, 2021.
Βαλαή, Π. “Ο πολιτιστικός τουρισμός ως μοχλός τοπικής ανάπτυξης. Η περίπτωση του Νομού Σερρών.” Διπλωματική εργασία, 2016.
Willig, Carla. IntroducingQualitativeResearchinPsychology. 4th ed. Maidenhead: Open University Press, 2021.
[1] S. Anholt, Competitive Identity: The New Brand Management for Nations, Cities and Regions, Basingstoke, Hampshire, 2006, σ. 10.
[2] M. Kavaratzis, ‘The dishonest relationship between city marketing and culture: Reflections on the Theory and the case of Budapest’, Journal of Town & City Management 1, no. 4 (2011), 334–345, σ. 334.
[3] L. L. Dragolea and D. A. Cotîrlea, ‘One step closer to city branding through culture: Consumer preferences for cultural tourism services in Alba Iulia-customization on national museum of unification’, Annales Universitatis Apulensis Series Oeconomica 2, no. 14 (2 February 2012), σ. 680–687, https://ideas.repec.org/a/alu/journl/v2y2012i14p33.html, σ. 882.
[4] S. Hanna and J. Rowley, “Towards a Strategic Place Brand-Management Model,” Journal of Marketing Management 27, no. 5-6 (April 15, 2011), 458–76, σ. 459 https://doi.org/10.1080/02672571003683797; A.Lucarelli and P.Ο. Berg, “City Branding: A State‐Of‐The‐Art Review of the Research Domain,” ed. Ares Kalandides, Journal of Place Management and Development 4, no. 1 (March 15, 2011): 9–27, σ. 11 https://doi.org/10.1108/17538331111117133.
[5] H. E. Sevin, “Understanding Cities through City Brands: City Branding as a Social and Semantic Network,” Cities 38 (June 2014): 47–56, σ. 49 https://doi.org/10.1016/j.cities.2014.01.003.
[6] C. Nagaynay and J. Lee, “Place Branding and Urban Regeneration as Dialectical Processes in Local Development Planning: A Case Study on the Western Visayas, Philippines,” Sustainability 12, no. 1 (January 2, 2020): 369, σ. 369 https://doi.org/10.3390/su12010369.
[7]Κ. Σερράοςκαι Ε, Ασπρογέρακας , “Σχεδιασμός και ταυτότητα του τόπου: Αναζήτηση αποτελεσματικών εργαλείων αστικής ανάπτυξης στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης,” ΣτοMarketing και Branding Τόπου: Η Διεθνείς Εμπειρία και η Ελληνική Πραγματικότητα, επιμ.. Α. ΔέφνερκαιΝΚαραχάλης (ΠανεπιστημιακέςΕκδόσειςΘεσσαλίας, 2012), 61.
[8]S. Anholt, Competitive Identity: The New Brand Management for Nations, Cities and Regions, Basingstoke, Hampshire, 2006, σ. 11
[9]T. Caponio, P. Scholten, and R. Zapata-Barrero, The Routledge Handbook to the Governance of Migration and Diversity in Cities (London: Routledge, 2018), σ.5
[10]M. Crul, “Super-Diversity vs. Assimilation: How Complex Diversity in Majority–Minority Cities Challenges the Assumptions of Assimilation,” Journal of Ethnic and Migration Studies 42, no. 1 (August 12, 2015): 54–68, σ. 55 https://doi.org/10.1080/1369183x.2015.1061425.
[11]Π. Βαλαή, Ο πολιτιστικός τουρισμός ως μοχλός τοπικής ανάπτυξης. Η περίπτωση του Νομού Σερρών, Διπλωματική εργασία στο Ε.Α.Π, 2016, σ. 42.
[12] G. Aiello, ‘The visible city’, Communication and Critical/Cultural Studies 18, no. 4 (2 October 2021), σ. 421–428, doi:https://doi.org/10.1080/14791420.2021.1995618, σ. 421.
[13]A. Δέφνερ και N. Καραχάλης (επιμ), ό. π., σ. 453.
[14]A. Δέφνερ και N. Καραχάλης (επιμ), ό. π., σ. 453.
[15] M. Kavaratzis, From City Marketing to City Branding: An Interdisciplinary Analysis with Reference to Amsterdam, Budapest and Athens, ό.π.,σ. 37. K. Σερράος και E. Ασπρογέρακας, ό. π., σ. 61.
[16]Σημειώνεται ότι το άρθρο αυτό αποτελεί μέρος διπλωματικής εργασίας στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού προγράμματος «Διοίκηση Πολιτιστικών Μονάδων» του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου, με τίτλο: «Η συμβολή της Βυζαντινής και Οθωμανικής πολιτιστικής κληρονομιάς στο branding της πόλης των Σερρών».
[17]Γ. Τσιώλης και Ε. Σιούτη, Βιογραφικές (ανα)κατασκευές στην ύστερη νεωτερικότητα. Θεωρητικά και μεθοδολογικά ζητήματα της βιογραφικής έρευνας στις κοινωνικές επιστήμες, εκδ. Νήσος, Αθήνα 2013, σ. 126.
[18]E. Τσιουπλή, Ο βαθμός ετοιμότητας των εκπαιδευτικών για αλλαγή: διερεύνηση των αντιλήψεων απέναντι στην αξιολόγηση με τη μέθοδο των μικρο-ομάδων εστίασης, Διδακτορική Διατριβή στο Α.Π.Θ., 2021, σ. 101.
[19]Α. Χατζηπολυχρόνης, Εκπαίδευση ενηλίκων βάσει ικανοτήτων: Η σημασία των ηπίων δεξιοτήτων στελεχών δημοσίων οργανισμών πρόληψης και αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης, Διπλωματική εργασία στο Ε.Α.Π., 2021, σ. 45.
[20]E. Τσιουπλή, ό. π., σ. 101.
[21]Γ. Τσιώλης, Ερευνητικές διαδρομές στις Κοινωνικές Επιστήμες. Θεωρητικές-Μεθοδολογικές συμβολές και μελέτες περίπτωσης, Πανεπιστήμιο Κρήτης, Εργαστήριο Κοινωνικής Ανάλυσης & Εφαρμοσμένης Κοινωνικής Έρευνας, 2018, σ. 101.
[22]C. Willig, Ποιοτικές μέθοδοι έρευνας στην Ψυχολογία. Εισαγωγή E. Τσέλιου, μετάφρ. E. Αυγήτα, εκδ. Gutenberg2021, σ.63
[23]Γ. Τσιώλης, Ερευνητικές Διαδρομές στις Κοινωνικές Επιστήμες, ό.π., σ. 110.
[24]Ι. Μπίλη, ‘ΔήμοςΣερρών – 100 Χρόνια – Καινοτομία&Citybranding,’ Serres.gr, 2013, http://old.serres.gr/serres100/index.php/news.
[25] N. Manou-Andreadis and M. Milona, ό. π., σ. 400–408.